Εγκύκλιος 3 [Δεκαπενταύγουστος 2019]

Αδελφοί μου αγαπητοί,

Το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου συγκεντρώνει και πάλι τον σεβασμό και την ευλάβεια όλων μας, γιατί γιορτάζουμε σήμερα την πάνσεπτη Κοίμηση και την εις ουρανούς Μετάστασή της με ιδιαίτερη χαρά και πνευματική ευφροσύνη. Γι’ αυτό κι εμείς, τα παιδιά της, ιδιαίτερα στην ορθόδοξη πατρίδα μας που στολίζεται με θεομητορικά προσκυνήματα, Ιερές Μονές, αλλά και μικρούς και μεγάλους Ναούς αφιερωμένους στο πρόσωπό της, την μεγαλύνουμε και την δοξάζουμε.

Την εγκωμιάζουμε με το στόμα των Αγίων Πατέρων και των πνευματοκίνητων ιερών υμνογράφων. Την τιμούμε μαζί με τους Αγίους Αγγέλους, τους θεοφόρους Αποστόλους και σύμπασα την χορεία των Αγίων, αφού είναι η τιμιωτέρα των Χερουβείμ και η ενδοξοτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ· είναι το πρόσωπο εκείνο, που διακόνησε το σχέδιο της απορρήτου βουλήσεως του Θεού για την σωτηρία του ανθρώπου και προσέφερε στο γένος μας την μέγιστη προσφορά, διότι έδωσε «στον Πλάστη το πλασθήναι και στον Υιό του Θεού το ανθρωπισθήναι»[1].

Και η εορτή αυτή της Κοιμήσεως είναι για όλους μας ένα αληθινό πανηγύρι, το θεομητορικό Πάσχα, όπως το θέλει ο ορθόδοξος λαός μας. Πάσχα χωρίς δάκρυα και κατήφεια, χωρίς πένθος και συντριβή, αφού πιστεύουμε και συγχρόνως ομολογούμε μαζί με τον ιερό υμνογράφο, ότι την Θεοτόκο «τάφος και νέκρωσις ουκ εκράτησεν»[2], αλλά «μετέστη προς την ζωήν, μήτηρ υπάρχουσα της ζωής»[3]. Γι’ αυτό και ο Άγιος Ανδρέας Επίσκοπος Κρήτης στον δεύτερο λόγο του στην Κοίμησή της, ονομάζει αυτή την εορτή μυστήριο[4].

Καί πρῶτον. Η εορτή αυτή καλείται μυστήριο, γιατί ο θάνατος γίνεται ζωηφόρος, δηλαδή παρέχει ζωή. Κατά το Πάσχα εορτάζουμε την Ανάσταση του Χριστού και τη νέκρωση του θανάτου. Κατά την εορτή όμως της Κοιμήσεως της Θεοτόκου γιορτάζουμε την βίωση της Αναστάσεως και τη νέκρωση του θανάτου στο πρόσωπο της Παναγίας. Άλλωστε, η Θεοτόκος είναι η πρώτη που γεύθηκε τους καρπούς της ενανθρωπήσεως του Χριστού, που είναι η κατάργηση του θανάτου, σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο[5].

Οι θεοφόροι Πατέρες ομιλούν για την ανάσταση του σώματος της Υπεραγίας Θεοτόκου και την ανάληψή της στους ουρανούς κι εξηγούν με αυτόν τον τρόπο την ένωση της θείας και της ανθρώπινης φύσεως και συγχρόνως της θεώσεως του ανθρώπου: «Η πρώτη που γεύθηκε τους καρπούς αυτής της ενώσεως της θείας και της ανθρωπίνης φύσεως είναι η Παναγία. Και εφόσον το Σώμα του Χριστού, το οποίο προσέλαβε από τα πανάχραντα σπλάχνα της Υπεραγίας Θεοτόκου, αναστήθηκε, επόμενο ήταν και το σώμα της Παναγίας να αναστηθεί και να αναληφθεί»[6]. Γι’ αυτό ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός γεμάτος θαυμασμό θα γράψει : «Πώς εκείνη, που στην κοιλία της κράτησε Εκείνον… που είναι η ευδοκία του Πατρός και ενώθηκε ολόκληρη με τον Θεό, να την καταπιεί ο θάνατος; Πώς να την πάρει μέσα του ο άδης; Πώς η φθορά να αγγίξει το σώμα που δέχθηκε μέσα του την ζωή;»[7]. Όλα αυτά είναι ξένα και παράδοξα για την ψυχή και το σώμα που βάσταξαν τον Θεό. Γι΄ αυτό και η εορτή αυτή χαρακτηρίζεται ως μυστήριο.

Δεύτερον. «Κι ενώ όταν ζούσε στη γη, την είχε κοντά της μια μόνο γωνιά της γης, η Ναζαρέτ, η Βηθλεέμ, τα Ιεροσόλυμα, τώρα που βρίσκεται στους ουρανούς, και την έχουμε κοντά μας οι πιστοί όλης της οικουμένης. Παντού, όπου έχει απλωθεί η Αγία Εκκλησία του Υιού και Θεού της είναι παρούσα κι εκείνη»[8].

Παρούσα η Παναγία στην ζωή της Εκκλησίας μας.

Παρούσα στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.

Παρούσα στην ορθόδοξη λατρεία μας. Δεν υπάρχει Ιερή Ακολουθία που να μην μνημονεύεται το πανάγιο όνομα της. Δεν υπάρχει Ιερός Ναός που να μην έχει εικόνα της. Δεν υπάρχει φιλόθεη ψυχή που να μην της απονέμει τον οφειλόμενο σεβασμό ως Μητέρα του Θεού, αλλά συγχρόνως και Μητέρα των ανθρώπων.

Και αυτό δεν είναι μια ψευδαίσθηση, ούτε απλώς μια υποκειμενική συναισθηματική κατάσταση. Εκατομμύρια άνθρωποι, αιώνες τώρα, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, την τιμούν και την μακαρίζουν ζητώντας την πρεσβεία της και την μεσιτεία της στον Θρόνο του Υιού και Θεού της. Κι έτσι, εκπληρώνεται η δική της προφητεία, όταν αξιώθηκε να επιλεγεί από το Θεό, προκειμένου να γίνει η Μητέρα Του : «Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί»[9].

Αυτή παρακολουθεί την ζωή των Χριστιανών.

Αυτή είναι γεμάτη έλεος και στοργή.

Αυτή μας υπερασπίζεται και υπερμαχεί κάθε φορά στον αγώνα μας κατά των παθών και των δαιμόνων.

Αυτήν επικαλούμαστε σε ώρες κινδύνου, όταν τα νέφη τα λυπηρά σκιάζουν την ζωή μας.

Αυτή είναι η πρεσβεία η θερμή, το τείχος το απροσμάχητον, του ελέους η πηγή και του κόσμου το καταφύγιο.

Αυτή θα μεσιτεύσει, και εν τω καιρώ της εξόδου μας από αυτήν την ζωή, και όταν θα βρεθούμε μπροστά στο φοβερό βήμα του Δικαιοκρίτου Κυρίου.

Σήμερα, λοιπόν, που εορτάζουμε την ένδοξη Κοίμησή της και την εις ουρανούς Μετάστασή της, ας την πλησιάσουμε, σαν παιδιά της που είμαστε, προκειμένου να αντλήσουμε χάρη και ευλογία, αλλά και οσφρανθούμε το πλήθος των αρετών της.

Ας ακουμπήσουμε τα χείλη μας στην πανσεβάσμια μορφή της, στην Κυρά της επαρχίας μας, την Ελεούσα του Μικροκάστρου και την Οδηγήτρια του Σισανίου, την προστάτιδά μας, την έφορο και την ταχύτατη βοηθό στις θλίψεις και τις περιστάσεις της ζωής μας και μαζί με τον ιερό υμνογράφο να της απευθύνουμε λόγους ικεσίας και παρακλήσεως.

Να είμαστε σίγουροι ότι θα μεταφέρει τά αιτήματά μας και τα δάκρυά μας, τους στεναγμούς και τους πόθους μας, με ευμένεια και μητρική αγάπη και στοργή στον Θρόνο του Υιού και Θεού της.

«Δέσποινα πρόσδεξαι, τας δεήσεις των δούλων σου, και λύτρωσαι ημάς, απὸ πάσης ανάγκης και θλίψεως»[10].

Ευχέτης προς την Υπεραγία Θεοτόκο

Ο   Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ο Σ   Σ Α Σ

Ο  ΣΙΣΑΝΙΟΥ  ΚΑΙ  ΣΙΑΤΙΣΤΗΣ  ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ


[1] Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως, κεφ. 87, Περί της γενεαλογίας του Κυρίου και περί της αγίας Θεοτόκου, ΕΠΕ 1,482

[2] Κοντάκιο εορτής Κοιμήσεως Θεοτόκου

[3] Απολυτίκιο εορτής Κοιμήσεως Θεοτόκου

[4] Άγιος Ανδρέας Κρήτης, Λόγος ΙΓ’ εις την κοίμησιν της υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, PG 97,1072

[5] Α’ Κορ. 15,26-27

[6] Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος, Οι Θεομητορικές εορτές, Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), 2016, σ. 490-491

[7] σ. 153

[8] Άγιος Ανδρέας Κρήτης, Λόγος ΙΔ’ εις την κοίμησιν της υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, PG 97,1100

[9] Λκ. 1,48-49

[10] Θεοτοκίον ήχος πλ. δ’