Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος Βυθού

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

E-mail : –

Τηλέφωνα : 24680 71004   ||   6978929809

Ωράριο Λειτουργίας : Κάθε ημέρα, πρωί και απόγευμα

ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Το μοναστήρι της Αγίας Τριάδος Βυθού είναι χτισμένο στη θέση “Αλώνια“, σε υψόμετρο 1021 στους πρόποδες του Προφήτη Ηλία, ανάμεσα στα περίφημα μαστοροχώρια της Ανασελίτσας, το Ζουπάνι (Πενταλόφο), Ντόλο (Βυθό), Κωνστάντζικο (Αυγερινό), που είναι γνωστά και με την γενική ονομασία Ζουπάνια.

Γεννήθηκε μέσα από τη σύγχυση και την αναστάτωση που επικράτησαν τον 16ο  αιώνα στην Δυτική Μακεδονία, κατά τον οποίο ήταν ατελείωτα τα δεινά των δύστυχων σκλάβων από την βαρβαρότητα του Οθωμανού δυνάστη, αλλά και των ληστρικών αλβανικών συμμοριών. Οι καταδυναστευόμενοι ζητούσαν στήριγμα και στήριξαν τις ελπίδες τους στην Εκκλησία, ενώ ένας από τους τρόπους με τους οποίους η Εκκλησία ήθελε να διαδώσει την Ελληνικότητα, την πίστη, την Ορθοδοξία, ήταν η ίδρυση μοναστηριών.

Στα μέσα του 16ου αιώνα ορισμένοι μοναχοί από το μοναστήρι του Φιλοθέου του Αγίου Όρους, έφθασαν κοντά στο χωριό Φτέρη (περιοχή του Βυθού) και έκτισαν εκεί ένα μοναστήρι αφιερωμένο στους Ταξιάρχες, από το οποίο σώζεται μόνο το Καθολικό.

Γρήγορα όμως αποδείχτηκε πως η Φτέρη δεν ήταν κατάλληλος τόπος για ένα μοναστήρι, αφού βρισκόταν στο πέρασμα αρβανίτικων συμμοριών και έτσι, ο μοναχός Πανούρης μετέφερε το μοναστήρι, στο χωριό Ζάλτσι στα 1649. Ούτε όμως και στη θέση αυτή οι πατέρες βρήκαν την ασφάλεια και την ησυχία που επιζητούσαν και έτσι αναγκάστηκαν να τραβηχτούν πιο μέσα, στο βάθος της χαράδρας και να χτίσουν εκεί νέο μοναστήρι αφιερωμένο στην Αγία Τριάδα (όταν στη συνέχεια έχτισαν το νέο μοναστήρι στη θέση “Αλώνια“, αυτό το αφιέρωσαν στους Ταξιάρχες, γνωστό σήμερα ως Παλιομονάστηρο).

Στα τέλη του 18ου αιώνα, συγκεκριμένα το 1792, ο ηγούμενος Νεόφυτος μετέφερε το μοναστήρι στη θέση “Αλώνια” που βρίσκεται μεγαλόπρεπο μέχρι σήμερα με την ονομασία “Αγία Τριάδα”. Οι εργασίες άρχισαν τον Μάρτιο του 1792 και οι περήφανοι μάστορες  της περιοχής έβαλαν όλη την τέχνη τους, αλλά και οι χριστιανοί πρόσφεραν γενναιόδωρα εργατικά χέρια και χρήματα για την ανοικοδόμηση του Μοναστηριού.

Οι εργασίες περατώθηκαν το 1797 και τρία χρόνια αργότερα στήθηκε ο περικαλλέστατος αυτός ναός της Αγίας Τριάδας, ενώ για την ανέγερση και την διακόσμηση του, συνεργάστηκαν Πενταλοφίτες κτίστες και λιθοξόοι, Πωγωνιώτες ξυλογλύπτες και Χιοναδήτες αγιογράφοι.

Το καθολικό της μονής είναι ένα εξαιρετικό έργο του πρωτομάστορα Γεωργίου Κούστα με καταγωγή από το Ζουπάνι (ο σημερινός Πεντάλοφος) και ανεγέρθηκε στα 1800, σύμφωνα άλλωστε και με την κτητορική επιγραφή που υπάρχει στον βόρειο τοίχο. Διατηρεί εξαιρετικά την αρχική του εκείνη μορφή με ορισμένες ελάχιστες και ανεπαίσθητες επεμβάσεις στο ανώτερο τμήμα της ανατολικής πλευράς του, αλλά και της αντίστοιχης αψίδας του. Είναι κατασκευασμένο με εξαιρετικές και αυστηρά επιλεγμένες πελεκητές πέτρες (αμμόπετρες) σε ένα μάλλον ακανόνιστο, αλλά και ισόδομο σύστημα με μία, βέβαια, παράλληλη εξαφάνιση των αρμών.

Αρχιτεκτονικά, το Καθολικό, ανήκει στο σύνθετο τετρακιόνιο (αθωνικό) τύπο με τρούλο, πλευρικούς χορούς και τρουλίσκους στη πρόθεση και το διακονικό. Η κάλυψη των γωνιακών ανατολικών διαμερισμάτων γίνεται με θόλους, ενώ των αντίστοιχων προς τη δύση με ημικυλινδρικές καμάρες. Στη δυτική πλευρά η κεραία του σταυρού καλύπτεται με ημισφαιρικό θόλο ενώ στο ιερό, η κεντρική πολυγωνική αψίδα (δεκατρείς πλευρές) προεξέχει εξωτερικά. Οι κόγχες της πρόθεσης και του διακονικού εγγράφονται στο πάχος του ανατολικού τοίχου.  Στη βόρεια πλευρά η κόγχη είναι επτάπλευρη με τυφλά αψιδώματα που φέρουν στις απολήξεις ισλαμίζοντα τόξα διπλής καμπυλότητας, ενώ η νότια κόγχη είναι εννιάπλευρη με τυφλά αψιδώματα και συμφυείς κιονίσκους.

Ο ναός διαθέτει νάρθηκα – γυναικωνίτη, πάνω από τον οποίο βρίσκεται το παρεκκλήσι του Αγίου Μοδέστου του οποίου η λίθινη οροφή διαιρείται σε τρία μέρη μέσω δύο τόξων, τα οποία καλύπτονται με ισάριθμους, τυφλούς σφαιρικούς θόλους.

Το ξυλόγλυπτο, εξαιρετικής τέχνης και επιχρυσωμένο τέμπλο του ναού έχει κατασκευασθεί με την δύσκολη τεχνική του σκαλιστού, στον αέρα.

Όλες οι επιφάνειες του κυρίως ναού και του ιερού καλύπτονται με τοιχογραφίες που φιλοτεχνήθηκαν, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή στα 1802, επί Μητροπολίτη Νεοφύτου και ηγουμενίας Νεοφύτου από τον Χιονιαδίτη αγιογράφο, Μιχαήλ. Στον κυρίως ναό, στην πρώτη ζώνη, απεικονίζονται ολόσωμοι άγιοι, στη δεύτερη άγιοι σε στηθάρια, στην τρίτη χριστολογικές σκηνές (Πάθη, Παραβολές) και στην τελευταία ζώνη οι παραστάσεις της Βάπτισης και της Μεταμόρφωσης στο τεταρτοσφαίριο του νότιου και βόρειου χορού αντίστοιχα. Στο ιερό βήμα απεικονίζονται στην αψίδα η Πλατυτέρα και η Κοινωνία των Αποστόλων, ο Μελισμός και οι Ιεράρχες, ενώ τις υπόλοιπες επιφάνειες των τοίχων και των θόλων καλύπτουν διάφορα θέματα από τον λειτουργικό, δογματικό και ιστοριολογικό κύκλο.

Η συμβολή του Μοναστηριού στους αγώνες για την ανεξαρτησία του Έθνους είναι μεγάλη. Στον μεγάλο ξεσηκωμό του 1821, αλλά και πριν και μετά απ’ αυτόν πρόσφερε σπουδαίες υπηρεσίες. Ο μοναχός Διονύσιος Αγακίδης ήταν η ψυχή του κλεφταρματολισμού και των σταυραετών της ελευθερίας του Βοΐου και για την δράση του αυτή απαγχονίστηκε στη Ελασσόνα ύστερα από σκληρά βασανιστήρια το 1821. Την ίδια εποχή έδρασε στην περιοχή ο καπετάν Κοντοδήμος που ενεργούσε με τις οδηγίες και τις ευλογίες των μοναχών. Στο κίνημα του 1854 είχε συμμετοχή και το μοναστήρι. Στην επανάσταση του 1878, τα 50 κελιά που διέθετε και οι αποθήκες του διατέθηκαν για τις ανάγκες του αγώνα, ενώ λειτουργούσε και κρυφό σχολείο.

Ιδιαίτερα, όμως, σημαντική ήταν και η προσφορά του Μοναστηριού αυτού κατά την διάρκεια του Μακεδονικού αγώνα. Σε όλα αυτά τα χρόνια στάθηκε ένας σημαντικός φάρος πνευματικός, ακτινοβόλος, πνευματική δύναμη, που κράτησε ζωντανή την κάθε ελπίδα για καλύτερες μέρες.  Το 1932 με νόμο, η Μονή καταργήθηκε με το αιτιολογικό ότι δεν έχει περισσότερους από πέντε μοναχούς  και η μεγάλη του περιουσία περιήλθε στον (Ο.Δ.Ε.Π), Οργανισμό Διαχείρισης Εκκλησιαστικής περιουσίας, ενώ με ενέργειες του Ιεράρχη Ιακώβου πετυχαίνεται η ανασύσταση του Μοναστηριού στις 30/10/1952. Αμέσως μετά, αρχίζει βέβαια και το δύσκολο έργο της αναστήλωσης αλλά και της ανασυγκρότησης και αυτό πραγματοποιήθηκε κυρίως χάρη στην μέριμνα των μακαριστών Ιεραρχών της Μητρόπολης Σισανίου και Σιατίστης, του Πολυκάρπου και του Αντωνίου με συμπαραστάτες, τους κάτοικους των γύρω χωριών αλλά και όλης της ευρύτερης περιοχής.

Η θαυματουργή εικόνα της Αγίας Τριάδος!

Σύμφωνα με την παράδοση, υπάρχουν δύο εκδοχές για την θαυματουργή εικόνα της Αγίας Τριάδος της Μονής.

Λέγεται ότι η εικόνα της Αγίας Τριάδoς από την Μονή του Πελεκάνου βρέθηκε μόνη της στο χώρο που βρίσκεται η μονή σήμερα (για αυτό και οι κάτοικοι του Πελεκάνου κρατούν την εικόνα όλο τον μήνα Αύγουστο). Αυτό απετέλεσε μια ιστορία που δημιούργησε αντιπαράθεση μεταξύ των κατοίκων του Πελεκάνου και της μονής. Η λύση δόθηκε με ένα γαϊδουράκι στο οποίο φορτώθηκε η εικόνα και αφέθηκε ελεύθερο.Στο σημείο που το ζώο σταμάτησε ήταν η Μονή, οπότε και παρέμεινε.

Μια άλλη εκδοχή θέλει την εικόνα να εμφανίζεται σαν φως μέσα στο δάσος και απέναντι από την Μονή που μόνο ο Ηγούμενος Νεόφυτος  και ένας βοσκός την έβλεπαν. Μετά από όραμα που είδε  το 1790 ο Νεόφυτος τρείς φορές, αποφάσισε να χτίσει το μοναστήρι και να βάλει μέσα την εικόνα. Η εικόνα για κάποιο λόγο τα βράδια επέστρεφε στο δάσος. Αυτό συνέβαινε μέχρι το 1904 όπου πήρε φωτιά το δάσος. Η εικόνα σώθηκε (έχει καεί μόνο το πίσω μέρος) και βρέθηκε αργότερα και μεταφέρθηκε στη Μονή από έναν βοσκό.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ