Εγκύκλιος 23 [Χριστούγεννα 2020]

«Τά σύμπαντα σήμερον χαρᾶς πληροῦνται, Χριστός ἐτέχθη ἐκ τῆς Παρθένου»[1].

Μέ τή φράση αὐτή, ἀδελφοί μου ἀγαπητοί, ὁ ἱερός ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας μας δίδει τό νόημα τῆς αὐτῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς πίστεώς μας, κατά τήν ὁποία ἑορτάζουμε τήν κατά σάρκα Γέννηση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.

Χαίρει ὁ οὐρανός, ἀφοῦ ὁ Μονογενής Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ γίνεται ἄνθρωπος γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο.

Χαίρει ἡ γῆ.

Χαίρει ἡ Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας.

Χαίρει ἡ σύμπασα κτίση.

Χαίρουν οἱ ἄγγελοι.

Χαίρονται οἱ ποιμένες.

Χαίρονται οἱ ἄνθρωποι.

Χαιρόμαστε ὅλοι σήμερα.

Ἄλλωστε, καί τό μήνυμα τοῦ Ἀγγέλου στούς ἁπλοϊκούς ποιμένες τῆς Βηθλεέμ, εἶναι μήνυμα χαρᾶς καί αἰσιοδοξίας: «Ἰδού γάρ εὐγγελίζομαι ὑμῖν χαράν μεγάλην, ἥτις ἔσται παντί τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ, ὅς ἐστι Χριστός Κύριος, ἐν πόλει Δαυΐδ»[2].

Γιατί, ὅμως, ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος; Ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς Θείας Ἐνανθρω-πήσεως; Τήν ὀρθή ἀπάντηση στά ἐρωτήματα αὐτά δίδουν οἱ θεοφόροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι βίωσαν ἐμπειρικά τό μυστήριο αὐτό τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου. Καί ἡ ἀπάντηση εἶναι μέ λίγα λόγια ἡ ἑξῆς: Ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος, μετά τήν πτώση τῶν Πρωτοπλάστων, εἶχε χάσει τό λογικό του καί ἡ δαιμονική πλάνη ἐπεσκίαζε τά πάντα κρύβοντας τή γνώση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστός κατεβαίνει στή γῆ καί γίνεται ἄνθρωπος, προκειμένου νά ἀνακαινίσει καί νά ἀνανεώσει τήν πεσμένη εἰκόνα τοῦ Ἀδάμ. Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος θά μποροῦσε καί πάλι νά γνωρίσει τόν ἀληθινό Θεό, νά ἔχει κοινωνία μαζί Του καί νά φθάσει στήν κατάσταση στήν ὁποία τόν ἔπλασε ὁ Θεῖος Δημιουργός.

Ἐπιτρέψτε μου, λοιπόν, νά μεταφέρω στήν ἀγάπη σας τό πνεῦμα τῶν Ἁγίων μας σχετικά μέ τήν ἀνανέωση καί ἀνακαίνιση αὐτή τοῦ ἀνθρώπου.

Πρῶτον. Ἡ ἀνανέωση τῆς εἰκόνος τοῦ ἀνθρώπου δέν ἦταν δυνατόν νά γίνει ἀπό ἄλλον ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος εἶχε ὑποστεῖ τήν κακή ἀλλοίωση, ἐξαιτίας τῆς παρακοῆς τοῦ Προπάτορος Ἀδάμ. Οὔτε ἀκόμη καί αὐτοί οἱ ἄγγελοι, πού εἶναι δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, θά μποροῦσαν μέ ἐντολή τοῦ Δημιουργοῦ νά πραγματοποιήσουν αὐτήν τή μεγάλη ἀλλαγή. Ἔτσι, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος εἶναι  «εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως»[3], ἀνέλαβε νά «ξανακτίσει» τόν κατ’ εἰκόνα Θεοῦ πλασθέντα ἄνθρωπο καί νά τοῦ ξαναδώσει τήν ὡραιότητα τῆς ἀρχικῆς μορφῆς του. Ὁ Θεός Πατήρ, λοιπόν, «ἀπέσταλκε τόν υἱόν σωτῆρα τοῦ κόσμου»[4], ὁ Ὁποῖος λαμβάνει σάρκα ἀπό τήν ἄχραντη γαστέρα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ὁμοιόμορφη πρός τό φθαρτό καί θνητό σῶμα μας, ντυμένη ὅμως μέ τή στολή τῆς θεότητος, μέ σκοπό νά ἀνανεώσει τήν πεσμένη εἰκόνα μας καί νά μᾶς ὁδηγήσει καί πάλι στό πρωτόκτιστο κάλλος[5].

Ὁ στῦλος τῆς Ἐκκλησίας, Μέγας Ἀθανάσιος, προκειμένου νά παρουσιάσει πιό κατανοητά τήν ἀλήθεια αὐτή, γράφει : «Ὅταν μία μορφή πού ἔχει ἀποτυπωθεῖ ἐπάνω σέ ξύλο, ἐξαφανισθεῖ ἀπό τούς ρύπους πού τήν ἔχουν καλύψει, εἶναι ἀνάγκη νά ἔρθει πάλι ἐκεῖνος τοῦ ὁποίου εἶναι ἡ μορφή, ὥστε νά μπορέσει ἡ εἰκόνα νά ἀνακαινισθεῖ ἐπάνω στό ἴδιο ὑλικό… Γι’ αὐτό καί ὁ Πανάγιος Υἱός τοῦ Πατρός, ἐπειδή εἶναι εἰκόνα τοῦ Πατρός, ἦλθε στή γῆ μας γιά νά ἀνακαινίσει τόν ἄνθρωπο πού ἔχει δημιουργηθεῖ κατ’ εἰκόνα Του καί, αὐτόν πού εἶναι τό πρόβατο τό ἀπολωλός, νά τόν ἀνεύρει καί νά τόν σώσει μέ τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν»[6].

Δεύτερον. Ὁ Χριστός δέν ἀνακαίνισε ἁπλῶς τή δική μας εἰκόνα, ἀλλά μᾶς χάρισε τέτοια μεγαλειώδη δῶρα, ὥστε ἔχουμε πλέον τή δυνατότητα νά φθάσουμε μέχρι καί αὐτοῦ τοῦ δεσποτικοῦ θρόνου στήν οὐράνια Βασιλεία Του. Δέν πήραμε μόνο ὅτι ἦταν ἀναγκαῖο γιά νά λυτρωθοῦμε ἀπό τήν ἁμαρτία, ἀλλά ἀπολαύσαμε περισσότερες καί μεγαλύτερες δωρεές. Ἐνῶ ἤμασταν νεκροί ἐξαιτίας τῶν παθῶν καί ἀποξενωμένοι ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ,  «συνεζωοποιήθημεν τῷ Χριστῷ καί συνηγέρθημεν καί συνεκαθίσαμεν ἐν τοῖς ἐπουρανίοις»[7], θά σημειώσει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ ἔγινε τό πρότυπο τοῦ ἀνθρώπου, ἡ χάρη πού ἀνέβλυσε ἀπό τόν Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση χάρισε στόν ἄνθρωπο τήν ἀπαραίτητη δύναμη γιά νά φθάσει ἀπό τό κατ’ εἰκόνα στό καθ’ ὁμοίωσιν, νά γίνει, δηλαδή, «σύμμορφος τῆς εἰκόνος τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ»[1]. Σύμμορφος στήν παροῦσα ζωή, σύμμορφος καί στή μέλλουσα.

Γι’ αὐτό, ἡ Ἐκκλησία μᾶς παρουσιάζει καθημερινά τίς μορφές τῶν Ἁγίων καί ἰδιαίτερα τῶν νεοφανῶν, προκειμένου νά μᾶς πείσει πώς ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι πλασμένος γιά τή γῆ καί πώς τό τελευταῖο γεγονός τῆς ζωῆς του δέν εἶναι ὁ θάνατος, οὔτε ὁ τάφος, ἀλλά ἡ ἀνάσταση, ἡ χαρά, καί ἡ ἀνέκφραστος εὐφροσύνη στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἐκπλήσσεται ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος μπροστά σέ αὐτόν τόν πλοῦτο τῆς ἀγαθότητος τοῦ Θεοῦ καί, ἐκ μέρους τοῦ πεσμένου στήν ἁμαρτία ἀνθρώπου, λέει : «Ὅταν μέ ἔπλασε ὁ Θεός, πῆρα τήν εἰκόνα Του, ἀλλά δέν τήν φύλαξα. Τώρα πού ἐκεῖνος γίνεται ἄνθρωπος, ἀναλαμβάνει τήν πεσμένη φύση μου, ὥστε καί τήν εἰκόνα νά σώσει καί τήν φύση μου νά καταστήσει ἀθάνατη»[8].

Χαρεῖτε λοιπόν σήμερα, ἀδελφοί μου ἀγαπητοί.

Χριστούγεννα, Χριστός ἐπί τῆς γῆς καί ὁ ἄνθρωπος ἐν οὐρανοῖς.

Χρέος μας εἶναι νά ἀναζητήσουμε μέσα μας τήν πεσμένη εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί νά τήν ἀποκαταστήσουμε, μέ τή χάρη τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων, μέσα στό πραγματικό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία.

Χρέος μας εἶναι νά ἀναγνωρίσουμε τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ στά πρόσωπα τῶν ἐλάχιστων ἀδελφῶν μας. Στήν περίπτωση αὐτή, ὁ Χριστός εἶναι ἀποκαλυπτικός : «Ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε»[9].

Ἔτσι, θά μποροῦμε, χρησιμοποιῶντας τή ζωντανή αὐτή ἐμπειρία τῶν Ἁγίων μας, τήν Ἱερά Παράδοσή μας, νά ἀνακαινίσουμε κι ἐμεῖς καί νά ἀναστήσουμε τή δική μας εἰκόνα καί νά τήν προσφέρουμε ὡς δῶρο ἑόρτιο στόν γεννηθέντα Κύριο. Θά εἶναι ὁ καλύτερος ἑορτασμός αὐτῆς τῆς μεγάλης ἑορτῆς καί ἡ καλύτερη καί ἡ μεγαλύτερη τιμή στόν Σωτῆρα Κύριο.

Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί,

Τήν ἡμέρα αὐτή, μέ τά τόσα δύσκολα πού συμβαίνουν στήν πατρίδα μας, μέ τήν παρουσία τῆς λοιμικῆς ἐπιδημίας, μέ τήν ἀπουσία προσφιλῶν μας προσώπων, μέ τό πλῆθος τῶν ἀσθενῶν καί ὅλων ἐκείνων πού ὑποφέρουν ἀπό τήν ἀνεργία, τή μοναξιά καί τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς, ἰδιαιτέρως στή μικρή, ἀλλά ἔνδοξη, χαριτωμένη καί μαρτυρική γῆ τοῦ Βοΐου, σᾶς ἀπευθύνω τίς πλέον ἐγκάρδιες καί θερμότατες εὐχές μου, τήν ἀγάπη μου καί τίς προσευχές μου γιά τόν καθένα σας ξεχωριστά.

Εὐχές στίς εὐλογημένες μοναστικές Ἀδελφότητες, ἀνδρῶες καί γυναικεῖες, πού στολίζουν τόν εὐλογημένο τόπο μας.

Εὐχές στούς καλούς μας Κληρικούς.

Εὐχές στούς ἄρχοντες.

Εὐχές στούς ἀσθενεῖς καί στούς ἀναγκεμένους.

Εὐχές σέ ὅλους σας!

Χρόνια πολλά, ἀδελφοί μου!

Ὁ Χριστός νά εἶναι πάντοτε μαζί σας καί μέ ὅλους μας.

Ο   Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ο Σ   Σ Α Σ

Ο  ΣΙΣΑΝΙΟΥ  ΚΑΙ  ΣΙΑΤΙΣΤΗΣ  ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ


[1] Ἀκολουθία Ὄρθρου Χριστουγέννων.

[2] Λουκ. 2,10-11.

[3] Κολ. 1,15.

[4] Α’ Ἰω. 4,14.

[5] Ρωμ. 8,3

[6] Μέγας Ἀθανάσιος, Λόγος Β’ περί ἐνανθρωπήσεως, ΕΠΕ 1,261.

[7] Ἐφεσ. 2,5-6.

[8] Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, Λόγος ΛΗ’ εἰς τά Θεοφάνεια, ΕΠΕ 5,61.

[9] Ματθ. 25,40.