Εγκύκλιος 34 [Πρωτοχρονιά 2021]

Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί,

Βρισκόμαστε καί πάλι ἐφέτος στήν ἀρχή μιᾶς καινούργιας χρονιᾶς. Ἀνταλλάσουμε καί πάλι εὐχές γιά τόν καινούργιο χρόνο, πού ἀνέτειλε πρίν ἀπό λίγες ὧρες. Καί ἀκούγοντας σήμερα, μέσα στούς Ναούς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, τά ἱερά τροπάρια, ἀντιλαμβανόμαστε πώς ἡ σημερινή ἡμέρα, ἡ πρώτη, δηλαδή, τοῦ μηνός Ἰανουαρίου, ἔχει ἕνα τριπλό νόημα γιά ὅλους μας.

Πρῶτον, εἶναι μεγάλη δεσποτική ἑορτή. Γιορτάζουμε τήν περιτομή τοῦ Κυρίου καί τήν ὀνοματοδοσία Του, ὀκτώ ἡμέρες μετά τήν γέννησή Του. Αὐτή ἡ πράξη ἐπιβεβαιώνει τήν ἐπίγεια παρουσία τοῦ Δευτέρου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος, ὁ Ὁποῖος «μορφήν ἀναλλοιώτως ἀνθρωπίνην προσέλαβεν».

Καταδέχεται ὄχι μόνον σπαργάνων περιβολή, ἀλλά καί τῆς σαρκός τήν περιτομή, «ὁ ὀκταήμερος κατά τήν μητέρα καί ὁ ἄναρχος κατά τόν Πατέρα», γιά νά σταματήσει τά σκιώδη (τίς σκιές) καί νά ἀφαιρέσει τό κάλυμμα τῶν παθῶν μας. Πονάει Ἐκεῖνος γιά νά σταματήσει τόν πόνο τῶν ἀνθρώπων. Αὐτός, πού εἶναι ὁ Νομοθέτης, ἐκτελεῖ τίς ἐπιταγές τοῦ νόμου, γιά νά δώσει τό καλό παράδειγμα. Λαμβάνει σαρκική περιτομή, γιά νά μᾶς χαρίσει τήν ἀχειροποίητο περιτομή, τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Δεύτερον. ἑορτάζουμε τήν ἱερά μνήμη τοῦ σοφοῦ Ἱεράρχου τῆς Καισαρείας, τοῦ Ἁγίου Βασιλείου, τόν ὁποῖο οἱ μεταγενέστεροι Πατέρες ὀνόμασαν Μέγα καί φωστῆρα τῆς οἰκουμένης καί οὐρανοφάντορα καί χρυσή ἀηδόνα τῆς Ἐκκλησίας καί παρακαταθήκη τῶν δογμάτων. Ἡ μορφή του, ἡ διδασκαλία του καί τό παράδειγμά του εἶναι πάντα ἐπίκαιρα καί διαχρονικά. Πρόκειται γιά ἕναν Ἅγιο Ἐπίσκοπο, πού ὑπῆρξε, καί συνεχίζει νά εἶναι, πρότυπο ἀρετῆς, πρότυπο παιδείας, πρότυπο ἤθους ἐκκλησιαστικοῦ, πρότυπο ἁγιότητος, πρότυπο ζωῆς.

Καί τρίτον. Γιορτάζουμε τή συμβολική ἀλλαγή τοῦ χρόνου καί τήν εἴσοδό μας στόν νέον ἐνιαυτόν τῆς χρηστότητος τοῦ Κυρίου, δηλαδή στήν καινούργια χρονιά πού μᾶς χαρίζει ἡ φιλάνθρωπία τοῦ Κυρίου μας. Γι΄ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μας, παρ’ ὅτι δίνει ἰδιαίτερη σημασία στήν 1η Σεπτεμβρίου, πού εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας ἔτους, σήμερα εὔχεται καί προσεύχεται στόν Δημιουργό τῶν αἰώνων καί Κύριο τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, νά εὐλογήσει καί τή νέα αὐτή χρονιά.

Ποιά εἶναι, ὅμως ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ ἔννοια τῆς χρονιᾶς, ἡ ἔννοια τοῦ χρόνου; Πῶς μποροῦμε νά τόν προσδιορίσουμε, νά τόν ἐλέγξουμε καί στό τέλος νά τόν ἀξιοποιήσουμε;

Α) Ὁ χρόνος δημιουργήθηκε μέ τή δημιουργία τοῦ κτιστοῦ κόσμου. Πρίν τή δημιουργία δέν ὑπῆρχε χρόνος.

Β) Ὁ χρόνος εἶναι μία παράμετρος πού ἐξυπηρετεῖ τούς ἀνθρώπους στήν ἐπίγεια πορεία τῆς ζωῆς τους. Δέν ὑπάρχει ἡ γνωστή ἔννοια τοῦ χρόνου μετά θάνατον.

Γ) Ἡ αἴσθηση τοῦ χρόνου εἶναι διαφορετική σέ κάθε ἄνθρωπο. Ἐάν, παραδείγματος χάριν, κάποιος ἔχει μεγάλη χαρά ἤ ἀσχολεῖται μέ κάτι πολύ ἐνδιαφέρον ἤ ἔχει μεγάλο ὄγκο ἐργασίας, τότε οἱ ὧρες κυλοῦν πολύ γρήγορα· ἐνῶ ἐάν κάποιος βρίσκεται σέ βαθιά λύπη ἤ σέ ἀναμονή μιᾶς εἰδήσεως ἤ ἑνός προσώπου ἤ, τό χειρότερο, βρίσκεται στήν κατάσταση τοῦ πόνου, τότε τά δευτερόλεπτα περνοῦν ἀπελπιστικά ἀργά.

Δ) Ὁ χρόνος χωρίζεται σέ τρεῖς χρονικές περιόδους: παρελθόν, παρόν καί μέλλον. Τό παρελθόν εἶναι ὁ χρόνος πού πέρασε καί δέν ξαναγυρίζει ποτέ πιά. Ἐκεῖ ὑπάρχουν οἱ χαμένες εὐκαιρίες, τά λάθη, οἱ ἀψυχολόγητες ἐπιλογές, τά ἄσχημα καί βαριά λόγια, οἱ ὧρες πού σκοτώσαμε, ἡ ἀναξιοποίητη ζωή.

Τό μέλλον εἶναι ἄδηλο καί ἄγνωστο, ὅμως καθορίζεται ἐν μέρει ἀπό τίς ἐπιλογές πού κάνουμε στό παρόν.

Τό παρόν εἶναι ἡ μόνη χρονική περίοδος πού ὁρίζουμε καί κινούμαστε καί ὑπάρχουμε. Ἡ ἐλευθερία, μέ τήν ὁποία μᾶς προίκισε ὁ Θεός, εἶναι ὁ καταλυτικός παράγοντας τῆς κατάλληλης καί σωστικῆς ἀξιοποιήσεως τοῦ χρόνου.

Ε) Γιά τόν ἄνθρωπο πού βρίσκεται μακρυά ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἀποκομμένος ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί περιδιαβαίνει στά σταυροδρόμια τῆς ἀθεΐας, τῆς ἀμφιβολίας, τοῦ φόβου, τῆς ὑλικῆς εὐδαιμονίας καί τῆς ἁμαρτίας, ὁ χρόνος εἶναι σωστός ἐφιάλτης.

Γιά τόν Χριστιανό ὄμως πού εἶναι μέλος τῆς Ἐκκλησίας, τά πράγματα δέν ἔχουν αὐτήν τήν τροπή. Χωρίς νά σημαίνει πώς ὁ χρόνος λειτουργεῖ διαφορετικά, ὁ Χριστιανός διαθέτει ἐπικοινωνία μέ Ἐκεῖνον πού ἐποίησε τούς αἰῶνες, μέ Ἐκεῖνον πού εἶναι «ὁ Ὤν ὁ Ἤν καί ὁ Ἐρχόμενος»,[1] «τό Α καί τό Ω»,[2] ἡ ἀρχή καί τό τέλος, πού κυριαρχεῖ καί ἐξουσιάζει τό παρόν, τό παρελθόν καί τό μέλλον. Ὁ Χριστιανός, στηριγμένος στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀντλῶντας δύναμη καί χάρη ἀπό τά σωστικά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, μεταμορφώνει αὐτόν τόν φθαρτό χρόνο καί τόν ἀγιάζει.

Ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος παρακαλεῖ τούς Κορινθίους τῆς ἐποχῆς του, ἀλλά καί τούς Χριστιανούς κάθε ἐποχῆς: «Σᾶς παρακαλοῦμε νά μήν ἀφήσετε νά πάει χαμένη ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ πού δεχτήκατε, γιατί ἡ Γραφή λέει: ‘’Στόν καιρό τῆς χάρης σέ ἄκουσα, καί τήν ἡμέρα τῆς σωτηρίας σέ βοήθησα’’. Νά, ΤΩΡΑ εἶναι ὁ καιρός τῆς χάρης, ΤΩΡΑ εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς σωτηρίας».[3] Καί τό «τώρα» τοῦ Ἀποστόλου Παύλου εἶναι τό παρόν.

Tό παρόν τό ἀξιοποιοῦμε μέ τήν θεόσδοτη ἐντολή τῆς ἀγάπης· τῆς γνήσιας ἀγάπης πρός τόν ἀληθινό Θεό καί τῆς ἀνυπόκριτης ἀγάπης πρός τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Προσφέροντας ἀγάπη, γεμίζουμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. «Ἰλαρόν γάρ δότην ἀγαπᾶ ὁ Θεός».[4] Ἡ ἀγάπη αὐτή μετατρέπει τό παρόν σέ αἰώνιον, ἀνοίγοντας συγχρόνως, τόν δρόμο πρός τήν αἰωνιότητα («ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε»[5]). Γι΄ αὐτό καί συμβουλεύει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Προσέχετε καλά, πῶς ζεῖτε. Μήν ζεῖτε ὡς ἀσύνετοι ἀλλά ὡς συνετοί. Νά χρησιμοποιεῖτε σωστά τόν χρόνο σας, γιατί ζοῦμε σέ πονηρούς καιρούς. Γι΄ αὐτό μήν εἶστε ἄμυαλοι, ἀλλά νά ἀντιλαμβάνεστε τί θέλει ὁ Κύριος ἀπό σᾶς».[6]

Ἀδελφοί μου, βρισκόμαστε, σήμερα, στήν ἀρχή τῆς νέας χρονιᾶς καί βιώνουμε τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἄς παρακαλέσουμε ἐκτενῶς τόν Ἀρχηγό καί Τελειωτή τῆς πίστεώς μας, τόν Ἰησοῦ Χριστό, νά εὐλογήσει μέ τήν παντοδύναμη δεξιά Του αὐτόν τόν χρόνο:

Νά εἶναι χρόνος γεμᾶτος ἀπό πίστη· εἶναι τό πλέον βασικό στήν ζωή μας.

Νά εἶναι χρόνος γεμᾶτος ἐλπίδα· εἶναι ἡ παρηγοριά μας.

Νά εἶναι ἕνας χρόνος γεμᾶτος ἀγάπη. Αὐτή μᾶς προσδιορίζει ὡς ἀνθρώπους, ὡς Χριστιανούς, ὡς παιδιά τοῦ Θεοῦ.

Μαζί μέ αὐτές τίς ταπεινές σκέψεις, σᾶς εὔχομαι χρόνια πολλά, καρποφόρα, εὐλογημένα, εἰρηνικά, ἅγια, γεμᾶτα ὑγεία καί φωτισμό καί ὁ Θεός τῆς ἀγάπης καί τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ’ ἡμῶν.

Μέ θερμές ἑόρτιες εὐχές

Ο   Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ο Σ   Σ Α Σ

Ο  ΣΙΣΑΝΙΟΥ  ΚΑΙ  ΣΙΑΤΙΣΤΗΣ  ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ


[1] Ἀποκ. 1,8

[2] Αὐτόθι

[3] Β΄ Κορ. 6,1-2

[4] Β΄ Κορ. 9,7

[5] Ματθ. 25,40

[6] Ἐφεσ. 5,15-17